Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας


Τις κοινές θέσεις Ελλάδας και Κύπρου, τόσο σε ό,τι αφορά το Κυπριακό όσο και τα ευρωπαϊκά ζητήματα, επισήμαναν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνάντηση που είχαν την Τετάρτη, 24 Μαρτίου 2021, το μεσημέρι στο Μέγαρο Μαξίμου.

Σε δηλώσεις τους στα ΜΜΕ μετά τη συνάντησή τους, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος βρισκόταν στην Αθήνα, προσκεκλημένος της Ελληνικής Δημοκρατίας για να παραστεί στις εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, είπε ότι «φίλε Πρωθυπουργέ είναι πραγματικά με ιδιαίτερη συγκίνηση που βρίσκομαι στην ελληνική πρωτεύουσα ύστερα από την τιμητική πρόσκληση να συνεορτάσουμε μαζί και να τιμήσουμε τον ελληνικό λαό, 200 χρόνια μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα του 1821.

Έναν αγώνα από τον οποίο η Κύπρος δεν απείχε, συμμετείχε ενεργά και υπέστη θυσίες, αλλά και από τον οποίον εμπνέεται προκειμένου να απαλλαγεί, 46 χρόνια μετά, από τον ίδιο ζυγό, όχι μόνο για τον Ελληνισμό της Κύπρου, αλλά και για τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας.

Αυτό που επιδιώκουμε και έχουμε διαπιστώσει μαζί είναι πως μια δίκαιη και βιώσιμη, αλλά ιδιαίτερα λειτουργική λύση του Κυπριακού θα διασφαλίσει τα συμφέροντα του συνόλου του κυπριακού λαού, είτε για Ελληνοκύπριους είτε για Τουρκοκύπριους. Εξάλλου, είναι καλά γνωστό πως για αιώνες ζήσαμε μαζί ειρηνικά, συνδημιουργήσαμε και δυστυχώς τα όσα επισυνέβησαν έχουν δημιουργήσει μια άλλη κατάσταση πραγμάτων που δεν αφορά τόσο τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων, αλλά της συγκεκριμένης δύναμης, δηλαδή της Τουρκίας.

Κατά τη σημερινή συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, μια απόλυτα δημιουργική συνάντηση, δύο ήταν τα θέματα: η άτυπη διάσκεψη στη Γενεύη στις 27 με 29 Απριλίου και το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προκειμένου να συντονιστούμε και από κοινού να αναλάβουμε δράσεις, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε την επιτυχία της διάσκεψης που θα σήμανε τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων, έτσι ώστε να δοθεί η ευκαιρία στον ΓΓ να συγκαλέσει νέα σύνοδο για την Κύπρο, που θα μας οδηγούσε σε μια λύση, όπως ακριβώς περιγράφεται στην κοινή δήλωση των δύο ηγετών στην παρουσία του ΓΓ των ΗΕ στις 25 Νοεμβρίου 2019 στο Βερολίνο που καθόριζε τις παραμέτρους μέσα στις οποίες θα κινηθούμε, μια θέση που συμπίπτει και με τις δικές μας σημερινές και διαχρονικές διαπιστώσεις και κοινές θέσεις, και που δεν θα αποκλίνουν από τα ψηφίσματα των ΗΕ που θέλουν τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα λειτουργικό, για να είναι βιώσιμο, κράτος που δεν θα παρεκκλίνει από τις βασικές αρχές της ΕΕ. Είμαστε και θα παραμείνουμε κράτος μέλος και συνεπώς, δεν μπορεί την ίδια ώρα μέσα από μια λύση να παραγνωρίζουμε το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Υπάρχει, επίσης, σύμπτωση θέσεων όσον αφορά τη διαχείριση των θεμάτων που είναι στη ημερήσια διάταξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Αυτό που από κοινού συμφωνήσαμε είναι πως η οποιαδήποτε απόφαση ή ανακοινωθέν, δοθέντος ότι είναι άτυπο το Συμβούλιο, θα πρέπει να είναι απόλυτα συναρτώμενο και συνεπές με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Προέδρου κας φον ντερ Λάιεν, και βεβαίως του Υπάτου Εκπροσώπου κ. Μπορέλ.

Θέλω να πιστεύω ότι θα επιτευχθεί εκείνη η συναίνεση που θα επιτρέψει χωρίς να παραγνωρίζουμε την ανάγκη καλών σχέσεων με την Τουρκία που θα επιτρέψει τον προβληματισμό στην Άγκυρα πως επιτέλους αν θέλουν να συμβαδίζουν και να πλησιάσουν την Ευρώπη θα πρέπει να είναι έτοιμοι και να προσαρμοστούν με αρχές και αξίες και προϋποθέσεις που η ΕΕ θέτει, προκειμένου να επιτευχθεί μια ειρήνη, μια εξομάλυνση σχέσεων που θα επιτρέπει την επικράτηση της ειρήνης στη Μεσόγειο.

Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Είναι με ιδιαίτερη χαρά κάθε φορά που είτε επισκέπτεστε είτε επισκέπτομαι είτε τηλεφωνικά επικοινωνούμε που συντονιζόμαστε και αυτό που με ιδιαίτερη ικανοποίηση θέλω να εκφράσω είναι τη σταθερή στήριξη της Ελληνικής Κυβέρνησης στις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, όχι για να επιτύχουμε μια προς όφελος των Ελληνοκυπρίων λύση, με την έννοια της παραγνώρισης των ανησυχιών των Τουρκοκυπρίων, αλλά για να εξομαλύνουμε επιτέλους μια κατάσταση απαράδεκτη και να βοηθήσουμε στο να επικρατήσει, όπως και οι δύο χώρες πιστεύουν και πρεσβεύουν, η ειρήνη και η σταθερότητα στη Μεσόγειο.

Ευχαριστώ και πάλι για την τιμητική πρόσκληση να είμαι μαζί σας στους εορτασμούς για την Ελληνική Επανάσταση. Χρόνια πολλά στην Ελλάδα, χρόνια πολλά στους Έλληνες».

Από την πλευρά του ο κ. Μητσοτάκης αναφερόμενος στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη σε αυτή «την ξεχωριστή στιγμή για τον Ελληνισμό ολόκληρο», ανέφερε ότι «η συνάντησή μας επιβεβαίωσε για ακόμη μια φορά την άριστη συνεργασία των Κυβερνήσεών μας, τόσο στο πλαίσιο της ΕΕ όσο και του ΟΗΕ. Συζητήσαμε για την παρούσα φάση των ευρωτουρκικών σχέσεων, συζητήσαμε σχετικά και με την προετοιμασία της άτυπης πενταμερούς συνάντησης για το Κυπριακό που έχει συγκαλέσει ο ΓΓ του ΟΗΕ, στις 27 Απριλίου.

Επιμείναμε για ακόμη μια φορά στην ανάγκη να συμμετέχει και η ΕΕ, και η πενταμερής να μετατραπεί ουσιαστικά σε αυτό που αποκαλούμε 5 συν 1.

Και βέβαια με τον Πρόεδρο συμφωνήσαμε ότι στο αυριανό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, οι δύο χώρες μας, όπως και συνολικά η ΕΕ, οφείλουν να επιμείνουν στην αξιόπιστη εφαρμογή της συμφωνημένης από όλους και αποτυπωμένης και στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, πολιτικής της διττής προσέγγισης της ΕΕ απέναντι της Τουρκίας.

Χαιρετίσαμε το περιεχόμενο της έκθεσης Μπορέλ και τονίσαμε την ανάγκη τα Συμπεράσματα να κινούνται στο ίδιο πνεύμα με τα Συμπεράσματα της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Ταυτόχρονα τόσο ο Πρόεδρος όσο και εγώ θα υπογραμμίσουμε αύριο την πραγματικότητα, ότι δηλαδή η τουρκική επιθετικότητα σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας παραμένει, υπονομεύοντας έτσι την ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας, αλλά ουσιαστικά και την επανέναρξη των συζητήσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Απόδειξη για αυτό η συνεχιζόμενη άρνηση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το καθεστώς των Βαρωσίων.

Προς το παρόν βεβαίως στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει αποσύρει τα ερευνητικά, γεωτρητικά της πλοία από τις κυπριακές θαλάσσιες ζώνες, από την ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Το γεγονός αυτό δεν είναι ασήμαντο, ωστόσο απομένει να αποδειχθεί αν θα έχει διάρκεια και είναι πραγματικά στο χέρι της Τουρκίας να βεβαιώσει αν πρόκειται για μια ειλικρινή κίνηση αποκλιμάκωσης της έντασης και συμμόρφωσης με τη διεθνή νομιμότητα ή αν πρόκειται για ένα ακόμα παραπλανητικό ελιγμό. Αυτό σημειώνει, άλλωστε, και η έκθεση Μπορέλ, είτε η Τουρκία θα ακολουθήσει τον δρόμο του διεθνούς δικαίου και της προόδου των ευρωτουρκικών σχέσεων, κάτι για το οποίο όλοι ευχόμαστε και στο οποίο προσβλέπουμε, ή αν επιλέξει, που το απευχόμαστε, να μείνει στον δρόμο της παραβατικότητας. Αυτός αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε συνέπειες.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι κοινή η θέση η δική μας, της Ελληνικής Κυβέρνησης και του Προέδρου Αναστασιάδη ότι, η στάση της Κυβέρνησης της Άγκυρας δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να μας αποπροσανατολίσει από τον δικό μας στόχο που είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Και όπως είχα την ευκαιρία να τονίσω και στην επίσκεψη που έκανα στη Λευκωσία, πάντα στο πλαίσιο του ΟΗΕ, πάντα στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με μια διεθνή προσωπικότητα, μια κυριαρχία μια ιθαγένεια, όπως ορίζουν άλλωστε οι δεσμευτικές για όλους αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Συνεπώς, δεν χρειάζεται να επαναλάβω ότι οι αξιώσεις περί δήθεν λύσης δύο κρατών βρίσκονται εκτός πλαισίου ΗΕ, απορρίπτονται χωρίς συζήτηση από την Ελλάδα και την Κύπρο, βρίσκονται όμως και εκτός του πλαισίου της ίδιας της ΕΕ.

Με τον φίλο Νίκο επιβεβαιώσαμε και πάλι την κοινή μας θέση για την κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων και την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων από το νησί.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, επιθυμούμε καλές σχέσεις με τους γείτονές μας, πάντα με ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας. Αλλά για ένα ειλικρινή διάλογο που θα βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, στις συνθήκες, στους κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης και καλής γειτονίας, χωρίς απειλές, χωρίς προκλήσεις, χωρίς επιθετικές ενέργειες.

Όπως έχω τονίσει πολλές φορές, η Ελλάδα δεν έχει φοβίσει κανένα, αλλά ούτε και φοβάται κανένα. Παραμένει ειλικρινής χωρίς να είναι αφελής».