Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας


Στην τεράστια σημασία της τριμερούς συνεργασίας Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου προς όφελος των λαών των τριών χωρών, αλλά και ευρύτερα για την περιοχή, αναφέρθηκαν σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου κ. Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Σημείωσαν, επίσης, την προσήλωσή τους σε μια λύση στο Κυπριακό, στη βάση του διεθνούς δικαίου και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Σε δηλώσεις τους στα ΜΜΕ, μετά τις εργασίες της 9ης τριμερούς Συνόδου Κορυφής Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου, στην Αθήνα, και την υπογραφή τριμερών Μνημονίων Συνεργασίας στους τομείς της ηλεκτρικής διασύνδεσης και της Διασποράς, τα οποία από κυπριακής πλευράς υπέγραψαν η Υπουργός Ενέργειας κα Νατάσα Πηλείδου και ο Επίτροπος Προεδρίας κ. Φώτης Φωτίου, αντίστοιχα, οι τρεις ηγέτες εξήραν τη τεράστια σημασία που αποδίδουν στην τριμερή συνεργασία προς όφελος των λαών των χωρών τους, αλλά και της περιοχής ευρύτερα.

Στις δηλώσεις του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε, μεταξύ άλλων, ότι «θέλω να τονίσω πόση σημασία έχει αυτή η τριμερής συνεργασία, αυτή η ταυτότητα απόψεων – που οδηγεί τις χώρες μας να αποτελούν πυλώνες σταθερότητας, ειρήνης στην περιοχή και μέσα από τη συνεργασία, μιας δημιουργικής συνεργασίας για τους λαούς μας αλλά επεκτείνοντας την και στην ΕΕ – για τα κοινά που πρέπει να απασχολούν τον καθένα. Είτε αυτά αφορούν την ενέργεια είτε ιδιαίτερα αυτά που αφορούν την πάταξη της τρομοκρατίας, τη σταθερότητα, την ειρήνη.

Είχα την ευκαιρία, μέσα στο πλέγμα των όλων συζητήσεων να αναφερθώ στις τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό, να αναφερθώ στις δυστυχώς παρατηρούμενες οξυμένες αδιάλλακτες θέσεις από τουρκικής πλευράς και Τουρκοκυπρίων: Τις παραβιάσεις που παρατηρούνται στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, στα επί του εδάφους παρατηρούμενα με την παραβίαση του στάτους της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, στην πρόσφατη εκμίσθωση όχι γης που ανήκει σε Τουρκοκύπριους, αλλά υπό κατοχή ελληνοκυπριακής γης που δόθηκε με μακροπρόθεσμη μίσθωση στην Τουρκία για ευκόλως κατανοητούς στόχους που η Τουρκία επιδιώκει, δηλαδή τη δημιουργία μιας στρατιωτικής αεροπορικής βάσης για μη επανδρωμένα αεροπλάνα και την κατασκευή στρατιωτικού λιμένος στην περιοχή Μπογαζίου. Το χειρότερο όλων είναι όμως ότι πέραν της επιδεινούμενης προκλητικότητας που δεν αντιμετωπίζεται μόνο στην περίπτωση της Κύπρου, αλλά εκτείνεται και στο Αιγαίο, στη Λιβύη, τη Συρία, την κυριαρχία του Ιράκ, στα όσα αφορούν την Αρμενία, είναι ότι υπάρχει γενικότερα μια αναθεωρητική πολιτική που θέλει τη ‘γαλάζια πατρίδα’, όπως ισχυρίζεται ο κ. Ερντογάν, να ελέγχει όχι μόνο την περιοχή, αλλά και πέραν αυτής.

Αυτό που αποτελεί απαράδεκτο είναι η νέα θέση της τουρκικής πλευράς, της τουρκοκυπριακής κοινότητας, για δύο ανεξάρτητα κράτη.

Έχω προβεί σε ενημέρωση προς τον Πρόεδρο της Αιγύπτου και τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας για τη συνάντηση στη Νέα Υόρκη, κατά την οποία ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών προσπάθησε να δημιουργήσει συνθήκες που θα επέτρεπαν την προώθηση κοινού εδάφους ή τη συναντίληψη ως προς το ποια πρέπει να είναι η λύση του Κυπριακού, η οποία διαγράφεται μέσα από τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου Ασφαλείας. Κατ’ αντίθεση αυτών, ήταν η επανάληψη της θέσης (από την τουρκοκυπριακή πλευρά) ότι δεν πρόκειται να επαναρχίσει διάλογος αν προγενέστερα δεν αναγνωριστεί κυριαρχική ισότητα του παράνομου μορφώματος με το νόμιμο καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας που είναι διεθνώς αναγνωρισμένη και μέλος των Ηνωμένων Εθνών.

Η πρόταση του Γενικού Γραμματέα ήταν ο διορισμός ειδικού απεσταλμένου που να είναι υπόλογος και στο Συμβούλιο Ασφαλείας και που θα καλλιεργούσε τις προοπτικές πρόσφορου κλίματος για επανέναρξη των συνομιλιών. Παρά τη συμφωνία που επετεύχθη, δυστυχώς λόγω αντιδράσεων, όπως παρατηρούνται από τον Ιούλιο του 2017 στο Κραν Μοντανά, δεν επετεύχθη η πρόθεση του Γενικού Γραμματέα, με αποτέλεσμα σήμερα να βρισκόμαστε σε ένα αδιέξοδο. Αυτό που επανέλαβα και στον Πρωθυπουργό και στον Πρόεδρο της Αιγύπτου είναι τη δική μας βούληση και αποφασιστικότητα να εμπλακούμε σε ένα δημιουργικό διάλογο, με απώτερο στόχο όχι να εκτραπούμε του διεθνούς δικαίου, αλλά να εφαρμόσουμε τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, να εφαρμόσουμε όλα εκείνα τα οποία θα δημιουργήσουν τις προοπτικές και τις προϋποθέσεις ενός ευρωπαϊκού κράτους, όπως είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, προστατεύοντας έτσι τα ανθρώπινα δικαιώματα και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων.

Η βάση λύσης είναι δεδομένη και καθορίζεται από τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, από τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Συνεπώς, αυτό που θέλω να πω είναι πως η αποφασιστικότητα μας, αλλά οι προσπάθειες που καταβάλλουμε από κοινού τόσο με τον φίλο Πρωθυπουργό στα πλαίσια της ΕΕ, αλλά και με τον φίλο Πρόεδρο στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης είναι για να δούμε πώς ενεργοποιούμαστε διπλωματικά – διότι είναι η μόνη οδός ο διάλογος για ειρηνική επίτευξη λύσης των διαφόρων – και να δούμε πώς επιτέλους η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι πολύ περισσότερο θα ωφεληθεί αν συμβάλει στην υποβοήθηση λύσης του Κυπριακού στη βάση αρχών και όχι στη βάση μιας επεκτατικής πολιτικής, μιας αναθεωρητικής πολιτικής που τη χαρακτηρίζει, δυστυχώς, τελευταία και την κατηγοριοποιεί στις ‘χώρες-ταραξίες΄ ή στις χώρες με επεκτατικές διαθέσεις. Δεν μπορεί οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου να συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, να αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και ειρήνης και η μόνη που διαταράσσει το διεθνές δίκαιο να είναι, για λόγους καθαρά δικούς της, η Τουρκία».

Τέλος, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «αυτή η τριμερής συνεργασία και οι άλλες που έχουμε αναπτύξει με τα γειτονικά κράτη, με τη σύνδεση ευρωπαϊκών κρατών και των δικών μας πρωτοβουλιών, Ελλάδας και Κύπρου, δεν αποκλείουν κανένα. Στόχο έχουν τη σταθερότητα και την ειρήνη. Δεν αποκλείουμε κανένα. Και η Τουρκία είναι ευπρόσδεκτη, αρκεί να σέβεται το διεθνές δίκαιο, την κυριαρχία των γειτόνων της και γενικότερα να σέβεται το διεθνές δίκαιο».

Από την πλευρά του ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι κατά τη Σύνοδο συζητήθηκαν, μεταξύ άλλων, και οι περιφερειακές εξελίξεις «όπου οι θέσεις μας ταυτίζονται στην καταδίκη της προκλητικής πρακτικής και της επιθετικής ρητορικής της Τουρκίας, γιατί η παρενόχληση του ερευνητικού σκάφους Nautical GEO, όπως και οι απειλές για νέες παράνομες γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ δυστυχώς δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας των προθέσεων της Τουρκίας. Δυστυχώς η ηγεσία της Άγκυρας δείχνει να μην αντιλαμβάνεται τα μηνύματα των καιρών».

Πρόσθεσε ότι οι βλέψεις της Τουρκίας εις βάρος των γειτόνων της στην Ανατολική Μεσόγειο προφανώς και συνιστούν μια απειλή για την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, ενώ δεν προοιωνίζουν «εποικοδομητική στάση ως προς την επίλυση του Κυπριακού. Για αυτό και η απάντηση των τριών χωρών μας είναι σαφής. Μοναδικός τρόπος προόδου είναι οι δεσμευτικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και το ότι είναι αναγκαία κίνηση η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων τις οποίες προωθεί ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών.

Από την πλευρά της η Ελλάδα δηλώνει τις προθέσεις της με τις πράξεις της, θωρακίζει την άμυνα της, υπογράφει συμφωνίες συνεργασίας με όλους πάντα υπό το φως του διεθνούς δικαίου».

Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν υπογράψει συμφωνίες οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών τους με την Αίγυπτο «οι οποίες βασίζονται στο δίκαιο της θάλασσας και που ήταν προϊόν μακροχρόνιων, αλλά καλόπιστων διαπραγματεύσεων, δείχνοντας τον δρόμο για την οικοδόμηση σχέσεων καλής γειτονίας, μακριά από λογικές επιβολής, μονομερούς αυθαιρεσίας, πολιτικής κανονιοφόρων, απειλών πολέμου».

Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου κ. Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, μιλώντας μέσω διερμηνέα, είπε, μεταξύ άλλων, ότι «είναι πρόθεση μας να εντατικοποιήσουμε τις δραστηριότητες και τις συνεργασίες μας στους τομείς της Ενέργειας. Θέλω να εξάρω την ποιοτική εξέλιξη που έγκειται στην υπογραφή σήμερα της τριμερούς συμφωνίας για την ηλεκτρική διασύνδεση επιπλέον της διμερούς συμφωνίας που είναι προοίμιο που μας οδηγεί στον κοινό στόχο που επιδιώκουμε οι τρεις χώρες και που αφορά την ηλεκτρική διασύνδεση με την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Είναι πολύ σημαντικό να εργαστούμε από κοινού για τη δημιουργία ενός αγωγού μεταφοράς από το ‘Αφροδίτη΄ στους δύο τερματικούς σταθμούς υγροποίησης φυσικού αερίου στην Αίγυπτο και μεταφοράς του μέσω Ελλάδας προς Βαλκάνια και κεντρική Ευρώπη, κάτι που συνάδει με τις μεγάλες φιλοδοξίες για την ίδρυση του Φόρουμ φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου στο πλαίσιο της περιφερειακής συνεργασίας και για την αξιοποίηση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων, στη βάση του διεθνούς δικαίου που σέβεται την κυριαρχία όλων των χωρών επί των πόρων τους.

Συζητήσαμε τις εξελίξεις στην περιοχή και επαναβεβαιώνουμε τη στήριξη μας στις προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη δίκαιη και ειρηνική επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας και των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών».